top of page

 Αναδρομές...

Το Ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου (1826)

 

του Γεωργίου Τσαλουχίδη

 

 

 

Μια αλλιώτικη Κυριακή των Βαΐων ξημέρωσε την ημέρα εκείνη ο Θεός για τους Μεσολογγίτες. Μόλις πρόβαλε ο ανοιξιάτικος ήλιος διώχνοντας το σκοτάδι, γεμάτο μυστήριο.

Η νύχτα που πέρασε άφησε πίσω της ερείπια, καταστροφές και ανθρώπους ξαπλωμένους με ανοιχτά τα μάτια, για πάντα. Όλα χάθηκαν σε μία νύχτα. Το Μεσολόγγι έπεσε.

Έτσι το έζησαν μέσα από τους ήχους και τις βροντές των κανονιών οι ένδοξοι υπερασπιστές του. Συγκεντρωμένοι τώρα στην κορυφή του βουνού μπόρεσαν να αναπνεύσουν για λίγο ελεύθεροι. Κάτω, στο βάθος, μακριά, βλέπουν το Μεσολόγγι να καίγεται. Μέχρι εκεί πάνω έφτασαν οι κρότοι των κανονιών και πυροβολισμών.

Ο νους τους πήγε κοντά στους αρρώστους και τους ανήμπορους να τους ακολουθήσουν δικούς τους ανθρώπους. Αισθάνονται μέσα τους ενοχές που έχουν τη ρίζα τους στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και λυπώνται. «Χτυπάτε, ωρέ αδέλφια, χτυπάτε» ψελλίζουν με τα χείλη τους, με όση δύναμη του έμεινε.

Συγκεντρωμένοι κοντά στον Πλάτανο όσοι απόμειναν, έκαναν τον τραγικό απολογισμό. Από τους 3.000 άνδρες που πήραν μέρος στην έξοδο, μόνο 1.300 κατόρθωσαν να γλιτώσουν το σκελετωμένο σώματα τους που κρατάει μέσα του τη βασανισμένη ψυχή τους.

Οι γυναίκες, πριν από την έξοδο ήταν περισσότερες από τους άνδρες. Μέτρησαν και βρήκαν μόνο 13. Όσο για τα παιδιά δεν χρειάζεται να τα μετρήσεις.

Κάποιος τα είδε με μια άκρη και τα δεκατρία, φοβισμένα από αυτά που είδαν και άκουσαν τη νύχτα που πέρασε. Και το Μεσολόγγι βυθισμένο μέσα στους καπνούς της θυσίας ήταν ο χαμένος Παράδεισος τον οποίο έχασαν αφού τον υπερασπίστηκαν με όλες τις δυνάμεις.

Ήταν το μικρό αλωνάκι του Ελληνισμού, όπου μονομάχησαν ο Διγενής και ο Χάροντας. Ένα κράμα από πρόσφυγες όλης της Ελλάδας έπαιζε την τελευταία πράξη της τραγωδίας του δράματος, των αγωνιστών.

Ήταν οι πιο πιστοί φύλακες που είχαν το θάρρος να σηκώσουν το ανθρώπινο ανάστημά τους και να ζητήσουν την ελευθερία τους.

Η 10η Απριλίου 1826 πέρασε στην πρώτη σελίδα της ιστορίας με μεγάλα γράμματα, για να θυμίζει στος απογόνους το μεγάλο θρίαμβο. Την ηρωική έξοδο της φρουράς του Μεσολογγίου.

Ένα χρόνο ολόκληρο κράτησε η αντίσταση των υπερασπιστών της πόλης. Ό,τι δεν κατόρθωσαν οι βαρβαρικές επιθέσεις το κατόρθωσε η πείνα και η δίψα. Οι βιολογικές ανάγκες με δυσκολία μπόρεσαν να υποτάξουν τη δύναμη της ψυχής. Αλλά και ο εμφύλιος σπαραγμός, αιώνια κατάρα της φυλής από τους αρχαιότατους χρόνους, ήρθε και θρονιάστηκε στις βασανισμένες καρδιές και τις μάτωσε. Έφερε μαζί με την καταστροφή και τον όλεθρο.

Την ώρα όμως της καταστροφής άστραψε ο ουρανός και φωτίστηκαν μέσα του όλοι οι Έλληνες. Έσκυψαν και είδαν αυτό που χρόνια τους βασάνιζε.

Ήταν το μίσος και ο φθόνος που τους τύφλωσε. Τώρα όμως κατάλαβαν το χρέος τους.

Οι ίδιες όμως φλόγες θέρμαιναν τις παγωμένες καρδιές των ευρωπαϊκών λαών και τους βοήθησαν να συναισθανθούν το δικό τους χρέος απέναντι στην ιστορία και τον ελληνικό πολιτισμό.

Οι φλόγες έλιωσαν και τους πάγους της διπλωματικής αναλγησίας και τους οδήγησαν σε φιλελεύθερα συμπεράσματα και αποφάσεις που γρήγορα θα έδειχναν ένα μικρό φως στο τούνελ της πορείας των αγωνιζομένων Ελλήνων.

«Η ηρωική αντίσταση και η θρυλική έξοδος των πολιορκημένων μετεωρίστηκε σε σύμβολο πανανθρώπινο μέσα στην ταραγμένη ψυχή του Δ. Σολωμού».

Γι’ αυτό όλη εκείνη η συγκίνηση και πλούσια προσωπική εμπειρία την άφησε να ξεχειλίσει με το αθάνατο έργο των «Ελεύθερων Πολιορκημένων».

Το έργο εκείνο εξελίχθηκε σε ένα μεγάλο επικολυρικό ποίημα εμπνευσμένο από τη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου. Σ’ αυτό θα ενσαρκωθεί «το ουσιαστικότερο και υψηλότερο περιεχόμενο της αληθινής φύσης η πατρίδα και η πίστις».

Ήταν μία ποιητική σύνθεση που ο Σολωμός ήθελε να δώσει τις διαστάσεις της ψυχή: το ύψος και το βάθος. «Ήθελε», γράφει ο Πολυλάς, «να παραστήσει πλαστικός τα παντοειδή ανθρώπινα ορκήματα, αισθήματα, φρονήματα και πάθη: τον έρωτα, τη μητρική αγάπη, τον ενθουσιασμό της δόξας, τον έρωτα προς τα κάλλη της φύσεως των αγωνιζομένων».

Παίρνοντας τη σκυτάλη από το Ρ. Φεραίο, ο Δ. Σολωμός έκανε τον αγώνα των Ελλήνων τραγούδι, τον έκανε ζωή, βίωμα. Έτσι βοήθησε στην επανάσταση της ψυχής που καταργεί το θάνατο και δημιουργεί το βωμό της θυσίας.

Αυτή η θυσία δικαιώθηκε και το Μεσολόγγι ελευθερώθηκε οριστικά το 1829, οπότε άρχιζαν σιγά σιγά να επιστρέφουν οι Μεσολογγίτες στην πόλη την οποία τόσο αγάπησαν.

Το 1937 το Μεσολόγγι αναγνωρίστηκε ως «Ιερή Πόλις» και η Κυριακή των Βαΐων ορίστηκε ως επέτειος της εξόδου.

Το Μεσολόγγι, όπως και κάθε ελληνική πόλη, έχει τη δική του ιστορία. Μια ιστορία την οποία τη «βλέπεις» ζωντανή και τη «διαβάζεις» στους αρχαιολογικούς και ιστορικούς της χώρους. Πολλά είναι αυτά που σου θυμίζουν την ιστορία: το τείχος, η πύλη της εξόδου, τα μνήματα των φιλελλήνων και το Ηρώο όπου βρίσκεται και ο τάφος του Μάρκου Μπότσαρη. Εκείνο που σε συγκλονίζει είναι ο Κήπος των Ηρώων. Εκεί βρίσκονται οι προτομές και τα μνημεία των πρωτεργατών του μεγάλου ξεσηκωμού. Στο μέσο του κήπου υψώνεται ο τύμβος στον οποίο φυλάσσονται τα οστά των πεσόντων κατά την έξοδο. Στο δε Μουσείο του δήμου, αντικρίζεις την ιστορία ζωγραφισμένη στους πίνακες διάσημων ζωγράφων. Δεσπόζει στη μέση ο πίνακας του Θεόδωρου Βρυζάκη με την επιγραφή «Άμυνα του Μεσολογγίου».

Την Κυριακή των Βαΐων, η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία είναι παρούσες για να εκφράσουν με κάθε επισημότητα εκ μέρους όλων των Ελλήνων την τιμή και τον σεβασμό για τη μεγάλη και ηρωική τους θυσία. Όλοι οι Έλληνες έχουν στραμμένα τα βλέμματά τους στον τύμβο των ηρώων και υποκλινόμαστε μπροστά στα ιερά κόκαλά τους και τους υποσχόμαστε αιώνια μνήμη. Είναι χρέος που ξεκινάει από τους μεγαλύτερους για να παραδειγματιστούν και οι νεότεροι. Πρέπει να το καταλάβουν οι σημερινοί νέοι.

Ο σεβασμός στους νεκρούς είναι απότιση τιμής, είναι ιερό χρέος όλων μας. Κανείς δεν αμφισβητεί τα αγαθά της ειρήνης, η οποία περνάει μέσα από τις φιλές των λαών. Η υγιής σκέψη θέλει τη φιλία με τους Τούρκους, η ιστορία όμως, θα διδάσκεται ολόκληρη. Οι Έλληνες σπουδαστές θα μάθουν όλα όσα έγιναν για τη γενοκτονία των Αρμενίων, των Ποντίων, των Κούρδων, των Εβραίων, των Κυπρίων, των Βορειοηπειρωτών και των Σέρβων.

Μέσα από τη γνώση και την αναγνώριση θα προκύψει, αν προκύψει, ειλικρινής φιλία από τους Τούρκους και με τον Μπότσαρη, τον Καραϊσκάκη, τον Κολοκοτρώνη, του Υψηλάντες και τόσους άλλους θα αναγκαστούν οι Τούρκοι να μας σέβονται γιατί απεμπόλιση των ιερών και των οσίων δεν γίνεται.

Το ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου είναι εκεί για να μας φωτίζει και να μας οδηγεί.

bottom of page