ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΑΛΟΥΧΙΔΗΣ
Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΤΡΑΓΩΔΙΑ
του Γεωργίου Τσαλουχίδη
Αναδρομές...
Το 1964, ήταν μία δύσκολη χρονιά για την Κύπρο. Η απόρριψη του Σχεδίου Ατσεσον, εκτός του γεγονότος ότι χάθηκε ανεπιστρεπτί μία μοναδική ευκαιρία να σωθεί και να αποκλείει ένα κομμάτι της ελληνικής επικράτειας, δημιούργησε μία σοβαρή για τις εξελίξεις κρίση μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας. Ο Μακάριος προσανατολίζεται σε μία ανεξάρτητη από το «Εθνικό Κέντρο» την Αθήνα, πολιτική. «Η Κύπρος ιστορικώς και πολιτιστικώς ανήκει εις την Δύση, καίτοι θα συνεχίσει ακολουθούσα αδέσμευτον εξωτερική πολιτικήν» έγραφε προς τον Γ. Παπανδρέου την 1η Μαρτίου 1964. Φιλοδοξεί να λύσει το πρόβλημα της Κύπρου με μία πολιτική που θα του έφερνε σε κατά μέτωπο σύγκρουση με το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ.
Ακόμη και ο στρατιωτικός διοικητής της νήσου, στρατηγός Γρίβας, βρίσκεται αντίθετος στις ριψοκίνδυνες αποφάσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας. Έτσι ο Μακάριος αποφάσισε να στείλει στη Μόσχα τον υπουργό των Εξωτερικών της Κύπρου Κυπριανού να συζητήσει με την ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης την αποστολή βοήθειας και την αγορά οπλικών συστημάτων. Στο πρόγραμμα αγορών της Κύπρου κυριαρχούσαν οι τηλεκατευθυνόμενοι αντιαεροπορικοί πύραυλοι ΣΑΜ, πρόγονοι των S-300 (1).
Ενώ γίνονται αυτές οι διαβουλεύσεις μεταξύ Κύπρου και Μόσχας, δυστυχώς ξέσπασανν άγριες συμπλοκές στην ΒΔ Κύπρο. Οι Τουρκοκύπριοι, ενώ διατηρούσαν την περιοχή των Κοκκίνων και τη χρησιμοποιούσαν ως θύλακα για τον ανεφοδιασμό τους σε πολεμικό υλικό, θέλησαν να τον διευρύνουν σε βάρος των ελληνικών, καθαρά περιοχών.Οι Ελληνοκύπριοι απάντησαν με μία, μεγάλης έκτασης αντεπίθεση. Έγιναν σκληρές και φονικές μάχες με τις εχθροπραξίες να παίρνουν τεράστιες και επικίνδυνες διαστάσεις. Ακόμη και αεροπλάνα της Πολεμικής Αεροπορίας της Τουρκίας πήραν φανερά μέρος στις 8 Αυγούστου (1964) με σφοδρό βομβαρδισμό. Οι Αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες επειδή εφοβούντο μήπως οι ενέργειες του Μακαρίου μετατρέψουν την Κύπρο σε μία νέα «Κούβα» στην ευαίσθητη περιοχή του Αιγαίου και της Μέσης Ανατολής, προσπαθούσαν να βρουν τρόπους να ματαιώσουν αυτήν την προσέγγιση. Ήθελαν επιμόνως να λάβουν γνώση της μυστικής συμφωνίας του Μακαρίου και της Μόσχας. Ακόμη και το ταξίδι του Κύπριου ηγέτη στην Αίγυπτο για τη συμμετοχή του στη Σύνοδο των Αδέσμευτων είχε ειδικό βάρος και ήταν ένα πρόσθετο στοιχείο ανησυχίας για τις ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Εδώ θα πρέπει να θυμίσουμε ότι βρισκόμαστε στην καρδιά του ψυχρού πολέμου όταν συμβαίνουν όλα αυτά και ότι τότε η καχυποψία δεν άφηνε τίποτε να περάσει χωρίς τον απαραίτητο έλεγχο. Γι’ αυτό οι κινήσεις και συμφωνίες αγορές πολεμικού υλικού ήταν ιδιαίτερα σοβαρές και απαιτούσαν λεπτούς χειρισμούς.
Οι ΗΠΑ προσπαθούν να ασκήσουν πίεση στο Μακάριο μέσω της ελληνικής κυβέρνησης και του Γρίβα. Για το σκοπό αυτό έφτασε στην Λευκωσία ο Έλληνας υπουργός Εθνικής Άμυνας στις 20 Αυγούστου «σε μία ύστατη προσπάθεια να μεταπείσει το Μακάριο. Ο ίδιος υπουργός Πέτρος Γαρουφαλιάς ισχυρίζεται στο βιβλίο του «Ελλάς και Κύπρος» στην πρότασή του όπως: γίνει ταυτόχρονη μονόπλευρη ανακήρυξη της ΕΝΩΣΗΣ από τις Βουλές της Ελλάδος και της Κύπρου, ο Αρχιεπίσκοπος έθεσε ορισμένους όρους για να συμφωνήσει, όπως: να γίνει αντιβασιλιάς της Ελλάδος, να μην διαλυθεί η Βουλή επί έξι μήνες και το όλο σχέδιο να επιτευχθεί χωρίς αιματοχυσία» (2).
Ο Μακάριος όμως πραγματοποίησε τις απειλές του. Στις 3 Σεπτεμβρίου αποφασίσθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο της Κύπρου η υπογραφή της Συμφωνίας με τη Σοβιετική Ένωση και η μετάβαση της Κυπριακής αντιπροσωπείας στην Μόσχα.
Βάσει της Συμφωνίας «η Μόσχα, πρόσφερε στην Κύπρο 8 αεροπλάνα, κατευθυνόμενους πυραύλους εδάφους – αέρος, τορπιλακάτους, αντιαεροπορικά, πυροβόλα, 32 βαρέα άρματα μάχης, 32 τεθωρακισμένα, 100 οχήματα των τριών τόνων και πυρομαχικά» (1) παρά τις αντίθετες εισηγήσεις του Γρίβα.
Στο μεταξύ στη Ν. Υόρκη είχε συγκληθεί το Συμβούλιο Ασφαλείας για να εξετάσει την κατάσταση που διαμορφώθηκε με τα νέα δεδομένα. Ενέκρινε ψήφισμα με το οποίο ζητούσε την κατάπαυση του πυρός και από τις δύο πλευρές στην Κύπρο και τις καλούσε να αποφύγουν κάθε λειτουργία που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί επικίνδυνη.
Εκείνο που θα ενδιέφερε πολύ να προσέξουμε στο πρόβλημα της Κύπρου είναι και το εξής δυσάρεστο γεγονός στην πορεία των εξελίξεων του 1964. Η πολιτική γραμμή της Κυπριακής ηγεσίας είχε άλλους προσανατολισμούς από εκείνη της ελληνικής κυβέρνησης, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σύγχυση στα κέντρα των αποφάσεων, με ότι αυτό συνεπάγεται. Ο Γρίβας, για παράδειγμα και οι Ελλαδίτες αξιωματικοί της Κύπρου υποστήριζαν με σθένος την ΕΝΩΣΗ ενώ ο Μακάριος έλεγε «Η Ένωσις της Κύπρου μετά της Ελλάδος πρέπει να είναι ένωσις ολοκλήρου της νήσου, άνευ εξαιρέσεως τιμήματος αυτής» ενώ η εφημερίδα «Ελευθερία» εξαπέλυσε τότε οξύτατη επίθεση εναντίον του αρχιεπισκόπου κατηγορώντας τον ότι θέτει τέτοιους όρους και προϋποθέσεις ώστε να καταστεί απραγματοποίητη η Ένωση» (3).
Η τουρκική κυβέρνηση βέβαια εμποδίστηκε από τις ΗΠΑ να κάνει απόβαση των στρατευμάτων της στην Κύπρο, δεν εμποδίστηκε όμως από του να στραφεί και πάλι εναντίον του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης. Ο σκοπός πάντα παραμένει ο ίδιος για τους ηγέτες της Τουρκίας. Ο διωγμός των Ελλήνων και ο ξεριζωμός όλων των δικαιωμάτων τους που απορρέουν από την προϊστορική τους παρουσία στις πατρογονικές τους εστίες. Στις 28 Αυγούστου σε μία «αυθόρμητη» έξαρση του πατριωτικού του συναισθήματος οι Τούρκοι φοιτητές, ξεχύθηκαν στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης για να διαμαρτυρηθούν και για να διεκδικήσουν το δίκαιο στο θέμα της Κύπρου.
Αυτό γίνεται με απειλές και ύβρεις (είναι το κατ’ εξοχήν άθλημα στο οποίο διακρίνονται για τις επιδόσεις τους) εναντίον των Αμερικανών, των Ελλήνων και φυσικά εναντίον του Μακαρίου.
Κατά γενική ομολογία και εκτίμηση πολλών πολιτικών αναλυτών της εποχής εκείνης, από τον Αύγουστο του 1964 η Ελλάδα μπαίνει στην τελική ευθεία που θα την οδηγήσει στο Πραξικόπημα του 1967.
Στην Αθήνα, ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου θα προσπαθήσει να αλλάξει το δυσάρεστο για την Ελλάδα κλίμα που δημιουργήθηκε. Θέλει να αναθερμάνει τις σχέσεις του με την Ουάσιγκτον μέσω του Πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα Λαμπουίζ μετά την αποτυχία και το ναυάγιο των συνομιλιών για τα σχέδια Ατσεσον. Θεωρούσε ως αιτία και αφορμή τις παρεξηγήσεις γύρω από το Κυπριακό.
Η χρονιά αυτή πριν φτάσει στο τέλος της θα μας δώσει και άλλες ειδήσεις που θα συνοδεύονται από γεγονότα διεθνούς, ακτινοβολίας. Στις 15 Οκτωβρίου (1964) έχουμε μεταβολές στην πολιτική ηγεσία της Μόσχας. Γίνεται η καθαίρεση του πανίσχυρου μέχρι τότε άνδρα στην ιεραρχία του Ανωτάτου Σοβιέτ, του Νικήτα Κρούτσεφ.
Οι σκέψεις των υπεύθυνων της Κυπριακής κυβέρνησης πηγαίνουν στις παραγγελίες των όπλων που θα εξασφάλιζαν την Κύπρο από οποιαδήποτε εχθρική παρέμβαση.
Στις 3 Νοεμβρίου του ιδίου έτους, νικητής από τις εκλογές αναδεικνύεται και πάλι ο Λύντον Τζόνσον και εκλέγεται Πρόεδρος των ΗΠΑ. Έτσι τα δεδομένα έχουν αλλάξει δραματικά. Το Κυπριακό θα γίνει το επίκεντρο των συζητήσεων όλων εκείνων των δυνάμεων και των μεγάλων οικονομικών – στρατηγικών συμφερόντων που θέλουν να επικρατήσουν στη Μέση Ανατολή. Ωστόσο οι παραγγελίες των οπλικών συστημάτων από την Σοβιετική Ένωση δεν θα φτάσουν ποτέ στον προορισμό τους.
Στις 20 Μαρτίου 1965 οι πύραυλοι ΣΑΜ, φορτώθηκαν στα πλοία με κατεύθυνση την Αίγυπτο, ύστερα από τις μεγάλες πιέσεις που ασκήθηκαν στις κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρο. Εκεί θα παραμείνουν μέχρι που θα γίνει ο πόλεμος Ισραήλ – Αράβων για να καταλήξουν στα χέρια των Ισραηλινών ως λάφυρα πολέμου. Βέβαια το κόστος ήταν υψηλό και το πλήρωσε σε χρήμα η Κυπριακή κυβέρνηση.
Το 1965 ήταν μια δύσκολη χρονιά για την Ελλάδα. Οι εξωτερικές και εσωτερικές παρεμβάσεις που δέχτηκε η κυβέρνηση, που επέλεξε ο ελληνικός λαός, την οδήγησαν στην πτώση της. Με τις πολιτικές μεταβολές που έγιναν θα προκύψουν βραχύβιες κυβερνήσεις που θα αποσταθεροποιήσουν το κλίμα στην Ελλάδα με δυσάρεστες εξελίξεις. Το κυπριακό θα βρεθεί ακόμη μια φορά στην κόψη του ξυραφιού. Η κυβέρνηση του Στ. Στεφανόπουλου, «της Αποστασίας» όπως λεγόταν θα προσεγγίσει τη λύση του Κυπριακού μέσω του ΝΑΤΟ. Θα προσπαθήσει να εξυπηρετήσει τους σκοπούς και τις επιδιώξεις του. Γι’ αυτό θα επιδιώξει συνεργασίες με την Τουρκία έχοντας ως αντίπαλο δέος την κομμουνιστική απειλή. Στην προσπάθεια τους αυτή έπρεπε να υπολογίζουν και την ηγεσία της Κύπρου.
Η καχυποψία του Μακαρίου προς το Εθνικό Κέντρο της Αθήνας , ήταν τόσο μεγάλη που δεν άφηνε περιθώρια για κάτι τέτοιο. Άλλωστε ο Μακάριος είχε κάθε λόγο να είναι δυσαρεστημένος από τη ματαίωση της αποστολής όπλων από τη Σοβιετική Ένωση.
Η κυπριακή δυσαρέσκεια θα πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις το 1966 όταν και η νέα παραγγελία όπλων από τη Τσεχοσλοβακία θα ματαιωθεί, αυτή τη φορά από τον Γρίβα. Έτσι τα πράγματα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Η σύγχυση και η διχόνοια του Ελληνισμού στις κρίσιμες περιστάσεις έχουν οδυνηρά αποτελέσματα. Εκείνος που καλείται κάθε φορά να πληρώσει το τίμημα σε χρήματα, όπως τα όπλα, και σε θυσίες είναι ο ελληνισμός της Ελλάδας και του εξωτερικού. Το πόσο δύσκολα θα γίνουν τα πράγματα θα φανεί το 1967.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν :
-
«Κύπρος – Απόρρητος Φάκελλος», Ιούνιος 2000, Α. Στριγά σε. 92 κ.ε.
-
«Αγώνες χωρίς δικαίωση», 1999, Χ. Τσιρκινίδη.
-
Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Larouse – Britannica. Τ. 37
-
«Οι βιαστές της ελληνικής δημοκρατίας» 2004, Α. Παπαχελάς σελ. 156 κ.ε.
-
«Αιγαίο: Η Θάλλασα του πολέμου» 1997, Α. Στριγά.